1. Πῶς γίνεται τό ἅγιο
Βάπτισμα;
α.
Προετοιμασία γιά τό Βάπτισμα.
Ὁ ἱερέας παίρνει τόν ὑποψήφιο γιά τό
Βάπτισμα, τόν στρέφει πρός ἀνατολάς, φυσᾶ στό πρόσωπό του τρεῖς φορές,
τόν σφραγίζει στό μέτωπο καί στό στῆθος, βάζει τό χέρι του στό κεφάλι καί διαβάζει μιά εὐχή, μέ τήν
ὁποία παρακαλεῖ τόν Τριαδικό Θεό νά τόν λυτρώσει ἀπό τήν ἐξουσία τοῦ διαβόλου καί νά τόν δεχθεῖ στή
Βασιλεία Του. Κατόπιν γίνονται οἱ λεγόμενοι «ἀφορκισμοί»,
δηλ. ἐξορκισμοί.
Μετά ὁ ὑποψήφιος στρέφεται
πρός δυσμάς καί ἐπισήμως ἀναγγέλλει ὅτι
διακόπτει κάθε σχέση μέ τά ἔργα τοῦ διαβόλου («ἀποτάσσεται
τῷ Σατανᾷ») καί ἀποφασίζει
νά ἀνήκει στόν Χριστό
καί μόνο («συντάσσεται τῷ Χριστῷ»). Τέλος ἀπαγγέλλει τό Σύμβολον τῆς Πίστεως.
Μέ αὐτή τήν τελετή σπάζει πιά κάθε δεσμό μέ τό ἁμαρτωλό παρελθόν του καί ἐλεύθερος
προχωρεῖ στό Βάπτισμα.
β. Ἡ τελετή τῆς
Βαπτίσεως.
Ὁ ἱερέας διαβάζει τήν «Εὐχή
καθαγιασμοῦ τοῦ ὕδατος», μέ τήν ὁποία παρακαλεῖ τόν Θεό νά ἁγιάσει τό νερό τῆς κολυμβήθρας μέ τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δέν εἶναι πλέον κοινό καί συνηθισμένο νερό, ἀλλά ἀποκτᾶ μιά θεία
δύναμη, ὅπως λένε οἱ Ἅγιοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας. Κατόπιν διαβάζει τήν
«Ευχή τοῦ ἐλαίου», μέ τήν ὁποία τό λάδι πού θά
χρησιμοποιηθεῖ ἀποκτᾶ ἐξορκιστική δύναμη («ἐπορκιστὸν ἔλαιον»=ἐξορκιστικό λάδι, διαφορετικό ἀπό τό ἅγιο μύρο, μέ τό ὁποῖο τελεῖται τό ἱερό
Μυστήριο τοῦ Χρίσματος).
Μετά λοιπόν ἀπό αὐτές τίς
δύο εὐχές γιά τόν καθαγιασμό τοῦ ὕδατος καί τήν εὐλογία τοῦ ἐλαίου ὁ ὑποψήφιος γιά τό
Βάπτισμα:
i. ἀλείφεται μέ τό «ἐπορκιστόν ἔλαιον». Ὁ ἱερέας ἀλείφει σταυροειδῶς τόν φωτιζόμενο σέ
διάφορα σημεῖα τοῦ σώματός του (μέτωπο, στῆθος, πλάτη, ἀφτιά, χέρια, πόδια) λέγοντας σχετικά ἁγιογραφικά χωρία, καί κατόπιν ὁ ἀνάδοχος ἀλείφει ὅλο τό σῶμα τοῦ φωτιζομένου.
Τί συμβολίζει τό λάδι;
α. Ὅπως στήν ἀρχαιότητα
οἱ ἀθλητές ἄλειφαν μέ λάδι τό σῶμα τους προτοῦ νά ἀγωνισθοῦν, ἔτσι καί ὁ
χριστιανός ἀλείφεται μέ λάδι ἐπειδή θά ἀρχίσει ἕναν ἰσόβιο ἀγώνα κατά τῆς ἁμαρτίας.
β. Ὅπως ὁ Νῶε βεβαιώθηκε ὅτι σώθηκε, ὅταν τό
περιστέρι τοῦ ἔφερε κλαδί ἐλιᾶς, ἔτσι καί ὁ χριστιανός πού ἀλείφεται
μέ τό λάδι τοῦ Βαπτίσματος, θά σωθεῖ.
γ. Παλαιότερα οἱ ἄνθρωποι
χρησιμοποιοῦσαν τό λάδι γιά τή θεραπεία διάφορων πληγῶν. Κατά τό Βάπτισμα ὅμως τό
λάδι συμβολίζει τά χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τό Ὁποῖο θεραπεύει τίς πληγές τῆς ἁμαρτίας.
ii. βυθίζεται τρεῖς φορές στό ἁγιασμένο νερό τῆς κολυμβήθρας.
Ὁ ἱερέας κρατώντας τόν βαπτιζόμενο ὄρθιο πρός ἀνατολάς, τόν βυθίζει τρεῖς φορές ὁλόκληρο στό νερό λέγοντας: «Βαπτίζεται ὁ δοῦλος τοῦ Θεοῦ (καί λέει τό ὄνομα πού παίρνει ὁ βαπτιζόμενος)
εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός (Ἀμήν)· καί τοῦ Υἱοῦ (Ἀμήν)· καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος (Ἀμήν)». Ἡ τριπλή αὐτή κατάδυση καί ἀνάδυση
καθώς καί ἡ ἐπίκληση τῆς Ἁγίας Τριάδος
εἶναι τό κεντρικό σημεῖο τῆς ἀκολουθίας τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος.
Τί
συμβολίζει τό νερό τῆς
κολυμβήθρας; Γιατί χρησιμοποιεῖται νερό;
α. Θεωρεῖται τό πιό κατάλληλο γιά νά συμβολίσει
τόν καθαρισμό τῆς ψυχῆς, ἀφοῦ στήν καθημερινή
ζωή εἶναι τό βασικό μέσο καθαριότητος.
β. Τό νερό ἔχει δύο βασικές ἐνέργειες:
ζωογονεῖ, ἀλλά καί καταστρέφει. Ἔτσι καί τό νερό τοῦ ἁγίου
Βαπτίσματος καταστρέφει κάθε ἁμαρτία μέσα στόν ἄνθρωπο,
τόν ἐνισχύει γιά νά προχωρήσει στό δρόμο τῆς ἀρετῆς, καί τόν
σώζει.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἐξηγεῖ αὐτόν τόν ἀρχαῖο τύπο ὡς ἑξῆς: Ὅπως ὁ Χριστός ἐτάφη, ἔτσι καί ὁ
χριστιανός θάπτεται μέσα στό νερό τῆς κολυμβήθρας σάν σέ ἄλλο τάφο καί ἀνασταίνεται ἐν συνεχείᾳ μαζί μέ τόν Χριστό, γιά νά ζήσει μαζί Του σέ μιά νέα ζωή
(πρβλ. Ρωμ. ς´ 4). Ἐπίσης τό Βάπτισμα, σύμφωνα μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου, εἶναι μιά πραγματική νέα μυστηριώδης
γέννηση (Ἰω. γ´ 3-7). Γι᾿ αὐτό λέγεται
«λουτρόν παλιγγενεσίας» (Τίτ. γ’ 5). Ἡ πρώτη γέννηση ἔγινε ἀπό τούς γονεῖς μας. Ἡ δεύτερη γέννηση εἶναι πνευματική καί μᾶς ἀπαλλάσσει ἀπό τήν ἁμαρτία καί τόν αἰώνιο θάνατο.
Ἀκολουθεῖ τό Μυστήριο τοῦ Χρίσματος, ἡ Ἔνδυση, ἡ Ἐπίδοση σταυροῦ καί λαμπάδας καί κατόπιν ὁ
χαρμόσυνος καί ἱερός Χορός, μέ τόν ὁποῖο δηλώνεται ἡ μεγάλη χαρά πού δημιουργεῖ ἡ εἴσοδος ἑνός ἀκόμη ἀνθρώπου στήν Ἐκκλησία: Ὁ ἱερέας καί ὁ ἀνάδοχος μέ τόν νεοφώτιστο
κρατώντας ἀναμμένες λαμπάδες γυρίζουν γύρω ἀπό τήν
κολυμβήθρα καί ψάλλουν τά λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου: «Ὅσοι εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε. Ἀλληλούϊα» (Γαλ. γ’ 27). Δηλαδή: Ὅσοι πιστέψατε καί βαπτισθήκατε, εἶστε πλέον
παιδιά τοῦ Θεοῦ• ἔχετε ντυθεῖ τόν Χριστό καί ἔχετε γίνει ἕνα μαζί Του.
Ἔτσι,
παιδιά, τελεῖται τό πολύ σπουδαῖο καί ἀπολύτως ἀναγκαῖο γιά τή
σωτηρία μας Μυστήριο τοῦ Βαπτίσματος. Μέ αὐτό γινόμαστε
χριστιανοί, μέλη τῆς Ἐκκλησίας καί ἀποκτοῦμε δικαίωμα συμμετοχῆς καί στά ὑπόλοιπα Μυστήρια.
-Ποιές εἶναι οἱ δωρεές
πού παρέχει ἡ θεία χάρη στόν βαπτιζόμενο;
α. Ἄφεση ἁμαρτιῶν, ἀπαλλαγή ἀπό τό προπατορικό ἁμάρτημα
[Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι κληρονομήσαμε ἀπό τόν Ἀδάμ τό προπατορικό ἁμάρτημα ὄχι ὡς
προσωπική ἐνοχή ἀλλ᾿ ὡς ἁμαρτωλή κατάσταση, διαφθορά τῆς φύσεώς μας (ἐξασθένηση τῆς
θελήσεως, σκοτισμό τοῦ λογικοῦ, ἔντονη ροπή
πρός τήν ἁμαρτία). Ἀπό αὐτή τή βαρύτατη
ἀσθένεια μᾶς ἀπαλλάσσει
τό Βάπτισμα ‒ καί τά νήπια.]
Ἡ
θανατηφόρα πληγή τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος, πού
φέρουμε ὅλοι οἱ ἀπόγονοι τοῦ Ἀδάμ, ἔκλεισε, ἀλλά καί μετά τήν ἐπούλωση
παραμένει κάποια εὐαισθησία: μιά κλίση πρός τό κακό, πολύ πιό ἐξασθενημένη ἀπ᾿ ὅ,τι στόν ἀβάπτιστο, πού στόν ἀγωνιζόμενο πιστό
λειτουργεῖ ὡς ἐρέθισμα γιά ἀγώνα καί
πρόοδο στήν ἀρετή καί τήν ἁγιότητα, μέ τήν πλούσια πλέον ἐνίσχυση τῆς θείας χάριτος. Ὅσοι
βαπτίσθηκαν μεγάλοι, ἔνιωσαν πολύ καθαρά τήν καταπληκτική διαφορά. Μετά τό
Βάπτισμα ἔλεγε ἕνας Κορεάτης φοιτητής πού βαπτίσθηκε
μεγάλος ὕστερα ἀπό πολλές περιπέτειες ὅταν ἔφθασε ὡς ναύτης
στήν Ἑλλάδα:
«Νιώθω μιά ἀπερίγραπτη δύναμη μέσα μου, πού μέ
συγκρατεῖ ἀπό πράξεις καί σκέψεις πού ἄλλοτε τόσο
εὔκολα μέ κυρίευαν». Ὁ χριστιανός διαθέτει ὅπλα καί δύναμη κατά τῆς ἁμαρτίας τέτοια, πού, ὅταν τά
χρησιμοποιεῖ καλά, εἶναι κυριολεκτικά ἀνίκητος. Ἄν πέφτουμε στήν ἁμαρτία, ὀφείλεται ἀπό δική μας ἀμέλεια καί
ὄχι γιατί ὁ διάβολος εἶναι ἀνίκητος. Αὐτή εἶναι μιά
πολύ ἐνισχυτική ἀλήθεια. Μποροῦμε νά
νικήσουμε ὅλα τά πάθη μας.
β. Ἀναγέννηση, ἁγιασμός, υἱοθεσία, νέα ζωή.
Ὅταν
βαπτισθήκαμε, τότε μᾶς δόθηκε σάν δῶρο ἀπό τόν οὐράνιο Πατέρα μας βασιλικό ἔνδυμα, οὐράνιο ἔνδυμα, θεοΰφαντο.
Ντυθήκαμε τότε τόν Χριστό, δηλαδή τό φῶς καί τή χάρη Του. Αὐτό τό ἔνδυμα ἔχουμε καθῆκον νά τό διατηρήσουμε καθαρό καί ἀμόλυντο σ᾿ ὅλη μας τή ζωή. Καί ὅπως τό ἔνδυμα περιβάλλει τό σῶμα μας, ἔτσι καί ὁ Χριστός πρέπει νά περιβάλλει τήν ψυχή
μας, τό νοῦ, τήν καρδιά, τή θέληση, τή ζωή μας ὁλόκληρη.
Νά σκεπτόμαστε καί νά ἀποφασίζουμε ὅπως ὁ Χριστός. Ἡ καρδιά μας νά εἶναι ἁγνή ὅπως Ἐκείνου. Ἡ συμπεριφορά μας νά ἔχει τήν
ταπείνωση καί τήν πραότητα τοῦ Χριστοῦ. Τήν ἀρετή τοῦ Χριστοῦ. Τά λόγια
μας νά εἶναι «λόγοι τῆς Χάριτός Του». Οἱ πράξεις
μας νά εἶναι τό θέλημά Του. Τά σχέδιά μας ὁ δικός Του
φωτισμός.
Ὁ Μέγας
Κωνσταντῖνος, ὁ πρῶτος
χριστιανός αὐτοκράτορας στήν παγκόσμια ἱστορία, βαπτίσθηκε
τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς του. Καθυστεροῦσε τή βάπτιση ἐπί χρόνια ἀπό σεβασμό πρός τό Μυστήριο. Ἑτοιμαζόταν νά ἐκστρατεύσει κατά εἰσβολέων, ἀλλά ἀρρώστησε. Καί κατάλαβε ὅτι μᾶλλον πλησίαζε τό τέλος του. Τότε
γονυκλινής παρακάλεσε θερμά τόν Θεό νά τόν ἀξιώσει νά
βαπτισθεῖ πρίν πεθάνει. Κάλεσε τούς ἐπισκόπους
καί τούς ἀνακοίνωσε τόν πόθο του. Ἔτσι,
βαπτίσθηκε καί κοινώνησε. Ἡ χαρά του ἦταν ἀπερίγραπτη. Καί μαζί μέ τή χαρά ἡ κατάπληξη
ἀπό τή θεία δύναμη, ἀπό τή χάρη τοῦ Μυστηρίου πού τόν ἐπεσκίασε. Ἔλεγε: «Τώρα γνωρίζω ὅτι εἶμαι ἀληθινά μακάριος, τώρα γνωρίζω ὅτι ἀξιώθηκα τῆς αἰώνιας ζωῆς, τώρα γνωρίζω ὅτι μετέχω
τοῦ Φωτός». Ἀρνήθηκε νά ξαναφορέσει τήν αὐτοκρατορική πορφύρα. Τελικά, σέ λίγες μέρες, τήν Κυριακή
τῆς Πεντηκοστῆς τοῦ 337, ἐκοιμήθη ἐνδεδυμένος ἀκόμη τόν
λευκό χιτώνα τῶν νεοφωτίστων (Νέος Συναξαριστής τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὑπό ἱερομ. Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, τόμ. 9ος, ΚΑ’ Μαΐου, σελ. 246).
Ἄς ἀγωνισθοῦμε κι ἐμεῖς νά δείξουμε τή μεγαλύτερη δυνατή ἐπιμέλεια
γιά τήν ψυχή μας, γιά τή σωτηρία μας· νά φυλάττουμε τόν χιτώνα τοῦ Βαπτίσματος καθαρό. Κι ἄν λερώνεται,
νά τρέχουμε στό δεύτερο Βάπτισμα, τήν ἱερά Ἐξομολόγηση, γιά νά τόν καθαρίζουμε. Καί συνεχῶς νά τόν λαμπρύνουμε μέ ἔργα ἀρετῆς καί ἁγιότητος. ΑΠΟΡΙΕΣ
ΚΑΙ ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ
Γιατί δέν ἀποφασίζουμε μόνοι μας ἄν θέλουμε
νά βαπτιστοῦμε καί νά γίνουμε χριστιανοί; Γιατί μᾶς βαπτίζουν νήπια;
Ἐρωτήματα
πού ἀκούγονται συχνά καί μᾶς προκαλοῦν μέ τή σειρά μας νά ρωτήσουμε:
— Ὅταν τό νήπιο εἶναι ἄρρωστο καί χρειάζεται γιατρό, μήπως πρέπει πρῶτα νά τό ρωτήσουμε γιά νά τόν φωνάξουμε;
— Ζητᾶμε προηγουμένως τή συγκατάθεσή του, ὅταν τό ἐμβολιάζουμε;
— Καταστρατηγοῦμε τήν ἐλευθερία
του, ὅταν τοῦ δίνουμε φαγητό ἤ τό
ντύνουμε;
— Τό ρωτᾶμε ποιά γλώσσα ἐπιθυμεῖ νά μιλάει; Τό ρωτᾶμε ἄν θέλει νά πάει στό σχολεῖο;
Τή σωματική ὑγεία τοῦ παιδιοῦ τή φροντίζουμε χωρίς νά τό ρωτήσουμε. Τήν πνευματική ὑγεία του δέν θά τήν ἀποκαταστήσουμε
στήν πρωταρχική της ὡραιότητα; Εἶναι μικρότερης σημασίας ἡ πνευματική του ὑγεία;
Ὅπως σέ ὅλους τούς τομεῖς τῆς ζωῆς οἱ γονεῖς
προσφέρουν στά παιδιά τους ὅ,τι καλύτερο μποροῦν ἀπό κάθε ἄποψη, ἔτσι εἶναι φυσικό, γιά τούς γονεῖς πού εἶναι πιστοί οἱ ἴδιοι, νά νιώθουν τήν ἀνάγκη τό παιδί τους νά γίνει σύντομα μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ. Μέ τό
βάπτισμα τό παιδί ἐνσωματώνεται μυστικά στό ἄχραντο σῶμα τοῦ Χριστοῦ, γίνεται ἐπίσημα μέλος τῆς Ἐκκλησίας
καί ἔχει τό δικαίωμα συμμετοχῆς καί στά ὑπόλοιπα μυστήρια.
Τή σωτήρια καί ὑπέροχη σφραγίδα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού παίρνει μέ τό Βάπτισμα, τή γνωρίζουν
οἱ ἄγγελοι καί τήν τρέμουν οἱ δαίμονες.
Ὥστε ἔτσι, οἱ δαίμονες
φεύγουν τρέχοντας ἀπό τόν βαπτισμένο καί οἱ ἄγγελοι τόν φρουροῦν σάν γνώριμο καί
παιδί τοῦ Θεοῦ (Ἁγ. Κυρίλλου
Ἀρχιεπισκόπου Ἱεροσολύμων, Κατήχησις Αʹ Φωτιζομένων, § 3 καί
4.). Τό βάπτισμα τό κάνουμε στά νήπια, γιά νά τά προφυλάξουμε ἀπό ἕνα μέγιστο κίνδυνο· γιά νά
περιφρουρήσουμε τήν ἐλευθερία τους ἀπό τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου. Ὁ νηπιοβαπτισμός ἑπομένως
δέν ἐμποδίζει, ἀλλά ἐξασφαλίζει
καί διασφαλίζει τήν οὐσιαστική ἐλευθερία.
Ἡ Βάπτισή
μας καί γενικά ἡ σχέση μας μέ τόν Θεό δέν μᾶς
δεσμεύει. Μήπως ἄλλωστε ζοῦμε – ἄν δέν τό ἐπιλέξουμε καί τό ἐπιδιώξουμε – ὅπως ταιριάζει σέ βαπτισμένους Χριστιανούς; Ἑπομένως οὕτως ἤ ἄλλως διαλέγουμε. Ἄν κανείς θέλει νά ἀλλάξει πίστη, δέν δεσμεύεται ἀπό τό
βάπτισμα. Τό βάπτισμα σώζει τελικά ὅσους μέ τόν καθημερινό τους ἀγώνα ἐνεργοποιοῦν τή χάρη
του στή ζωή τους.
Εἶναι σωστό νά βαπτίζουμε τά νήπια, πού δέν μποροῦν νά κατανοήσουν τό μεγαλεῖο τοῦ μυστηρίου; Μήπως πρέπει νά περιμένουμε νά μεγαλώσουν, ὥστε νά μποροῦν νά συμμετέχουν
συνειδητά στή χαρά τοῦ
μυστηρίου;
Τό ἐρώτημα εἶναι
λογικό, ἀφοῦ πράγματι ἡ ἀντιληπτική ἱκανότητα τῶν νηπίων εἶναι μικρή. Ἑπομένως μικρή ἤ ἀνύπαρκτη καί ἡ συνειδητή συμμετοχή τους στό μυστήριο.
Στό σημεῖο αὐτό ὅμως πρέπει νά παρατηρήσουμε ὅτι καί τοῦ ὥριμου ἀνθρώπου ἡ ἀντιληπτική ἱκανότητα δέν ἐπαρκεῖ, γιά νά κατανοήσει τό ἄρρητο ἀποτέλεσμα τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου. Ἡ ἐνέργεια τοῦ μυστηρίου δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τή διανοητική ἱκανότητα
τοῦ ἀνθρώπου ἀλλά ἀπό τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ἡ θεία Χάρη ἐνεργεῖ στή ζωή
μας ἀνάλογα μέ τήν καθαρότητα τῆς καρδιᾶς μας καί ὄχι ἀνάλογα μέ
τή διανοητική ἱκανότητά μας. Ὁ μόνος παράγοντας πού ἀναστέλλει καί ματαιώνει τή λυτρωτική της ἐνέργεια εἶναι ἡ ἁμαρτία. Τά νήπια δέν ἔχουν τό
στοιχεῖο τῆς προσωπικῆς ἁμαρτίας. Συνεπῶς ἡ θεία Χάρη
μπορεῖ νά ἐπιδράσει εὐεργετικά
στήν τρυφερή καρδιά τους, ἀποδίδοντας στή φύση τους τήν πρωτόκτιστη
ὡραιότητα.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος προτρέπει
χαρακτηριστικά: «Ἔχεις νήπιο; Μήν καθυστερεῖς νά τό
βαπτίσεις καί προχωρήσει ἔτσι ἡ κακία μέ
τήν ἡλικία του. Ἄς ἁγιαστεῖ, ἄς βαπτισθεῖ δηλαδή
τώρα πού εἶναι βρέφος. Ἄς καθιερωθεῖ στόν Θεό
καί ἄς σφραγισθεῖ μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα ἀπό τώρα πού εἶναι ἁπαλό καί τρυφερό» (Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος Μ´, PG 36,
361-381.).
Γιατί οἱ πρῶτοι
χριστιανοί βαπτίζονταν σέ μεγάλη ἡλικία;
Στήν ἀρχαία Ἐκκλησία οἱ ἄνθρωποι βαπτίζονταν σέ ὅποια ἡλικία προσέρχονταν στήν πίστη. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι δέν βάπτιζαν τά
νήπια. Ὅταν οἱ γονεῖς πίστευαν
στόν ἀληθινό Θεό, ὁλόκληρη ἡ οἰκογένεια βαπτιζόταν, ἄρα καί τά
νήπια (Στήν Ἁγία Γραφή ὑπάρχουν ἐνδείξεις
περί βαπτίσματος ὁλόκληρων οἴκων, στούς ὁποίους εἶναι λογικό νά ὑποτεθεῖ ὅτι ὑπῆρχαν καί μικρά παιδιά
(Πράξεις 16, 31-33).). Ὁ νηπιοβαπτισμός ἦταν συνηθισμένη πράξη
τῆς πρώτης Ἐκκλησίας.
Ἡ Ἐκκλησία δέχθηκε τό Νηπιοβαπτισμό μέ δύο προϋποθέσεις: πρῶτον, οἱ γονεῖς νά εἶναι βαπτισμένοι, καί νά ζητήσουν οἱ ἴδιοι νά βαπτιστοῦν καί τά παιδιά τους,
καί, δεύτερον, ἡ ἐκκλησιαστική κοινότητα μέ ἕναν ἀντιπρόσωπό της, τόν Ἀνάδοχο-Νουνό,
νά ἐγγυηθεῖ ὅτι θά ἀναλάβει τήν ἔνταξη τῶν παιδιῶν αὐτῶν στούς κόλπους της. Ἀκόμη καί σήμερα ἡ Ἐκκλησία
χωρίς τή συγκατάθεση τῶν γονέων καί τήν παρουσία Ἀναδόχου
δέν δέχεται νά βαπτίσει κανένα νήπιο.
Τί εἶναι ὁ νουνός
καί τί ὑποχρεώσεις ἔχει;
Ἡ Ἐκκλησία, ἀφότoυ εἰσήχθη ὁ vηπιoβαπτισμός,
μή ἔχovτας τή δυvατότητα vά κατηχήσει
στήv πίστη τό μικρό παιδί, ὅπως ἔκαvε γιά τoύς μεγάλoυς
στoύς πρώτoυς χριστιαvικoύς αἰῶvες, ἀπαιτεῖ τήv ὕπαρξη Ἀvαδόχoυ
(δηλ. τοῦ Κoυμπάρoυ ἤ Νovoῦ), ὁ ὁπoῖoς καί ἀvαλαμβάvει ἔργo ἐγγυητoῦ ἀπέvαvτί της γιά
τήv ὀρθόδoξη
πίστη τoῦ παιδιoῦ.
Ὁ Ἀvάδoχoς μαζί μέ τoύς γovεῖς ἔχoυv τήv ὑπoχρεώση νά
καθοδηγήσουν τόν νεοφώτιστο χριστιανό στήν ὀρθή πίστη
καί τή συνειδητή συμμετοχή του στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Γράφει ὁ ἱερός
Χρυσόστομος: «Ἄς μή νομίζουν αὐτοί ὅτι τό νά εἶναι ἀνάδοχοι εἶναι τυπικό καί τυχαῖο πράγμα, ἀλλά ἄς μάθουν καλά ὅτι αὐτοί γίνονται συμμέτοχοι τῆς
πνευματικῆς ὠφέλειας τῶν ἀναδεκτῶν, ἐάν μέ τίς
συμβουλές τους τούς χειραγωγήσουν στήν ὁδό τῆς ἀρετῆς καί ἄς γνωρίζουν πάλι ὅτι, ἄν δείξουν ἀμέλεια καί διαφορία, θά ἐπιφέρουν στόν ἑαυτό τους μεγάλη καταδίκη».
Γι’ αὐτό καί δέv μπoρεῖ vά εἶvαι Ἀvάδoχoς ὅποιος ζεῖ ἀποκομμένος ἀπό τό Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή:
α) ὁ ἀλλόθρησκoς ἤ ἑτερόδoξoς (δηλ.
Ρωμαιoκαθoλικός, Πρoτεστάvτης
κλπ.)
β) ὁ ἀρvητής τῆς πίστεως ἤ ἄθεoς.
γ) ἐκεῖvoς πoυ ἔχει τελέσει τόν λεγόμενο πoλιτικό γάμo.
***
Συμπερασματικά, ὅταν βαπτίζουμε τά
νήπια, τά πηγαίνουμε κοντά στό Χριστό καί δέν τά ἐμποδίζουμε
ἀπό Αὐτόν. Γιατί ἄν μιά φορά
τά εὐλόγησε, ὅταν ζοῦσε καί ὡς ἄνθρωπος στή γῆ μας ὁ Χριστός, τώρα συνεχῶς τά εὐλογεῖ καί τά ἁγιάζει
μέσα ἀπό τό Βάπτισμα, τό Χρίσμα καί τή Θεία Κοινωνία.
«Ὅσοι
εἰς Χριστὸν ἐβαπτίσθητε, Χριστὸν ἐνεδύσασθε» (Γαλ. γ’ 27).
(Ἀπό τό Περιοδικό «Πρός τή Νίκη», τ. Ἰαν. - Φεβρ. 2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου