Ιουδ. 8,1 |
Καὶ ἤκουσεν ἐν ἐκείναις ταῖς ἡμέραις Ἰουδίθ, θυγάτηρ Μεραρί, υἱοῦ Ὤξ, υἱοῦ Ἰωσήφ, υἱοῦ Ὀζιήλ, υἱοῦ Ἐλκία, υἱοῦ Ἠλιού, υἱοῦ Χελκίου, υἱοῦ Ἐλιάβ, υἱοῦ Ναθαναήλ, υἱοῦ Σαλαμιήλ, υἱοῦ Σαρασαδαΐ, υἱοῦ Ἰσραήλ. |
Ιουδ. 8,1 |
Κατά τας ημέρας εκείνας επληροφορήθη τα δραματικά αυτά γεγονότα η Ιουδίθ, θυγάτηρ του Μεραρί, υιού του Ωξ, υιού του Ιωσήφ, υιού του Οζιήλ, υιού του Ελκία, υιού του Ηλιού, υιού του Χελκίου, υιού του Ελιάβ, υιού του Ναθαναήλ, υιού του Σαλαμιήλ, υιού του Σαρασαδαΐ του Ισραηλίτου. |
|
Ιουδ. 8,2 |
καὶ ὁ ἀνὴρ αὐτῆς Μανασσῆς τῆς φυλῆς αὐτῆς καὶ τῆς πατριᾶς αὐτῆς, καὶ ἀπέθανεν ἐν ἡμέραις θερισμοῦ κριθῶν· |
Ιουδ. 8,2 |
Ο σύζυγος της ο Μανασσής, ο οποίος κατήγετο από την αυτήν φυλήν και την αυτήν πατριαρχικήν οικογένειαν από την οποίαν κατήγετο και εκείνη, είχεν αποθάνει κατά το θέρος, εις τας ημέρας του θερισμού της κριθής. |
|
Ιουδ. 8,3 |
ἐπέστη γὰρ ἐπὶ τοῦ δεσμεύοντος τὸ δράγμα τῷ πεδίῳ, καὶ ὁ καύσων ἦλθεν ἐπὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἔπεσεν ἐπὶ τὴν κλίνην καὶ ἐτελεύτησεν ἐν Βαιτυλούᾳ τῇ πόλει αὐτοῦ, καὶ ἔθαψαν αὐτὸν μετὰ τῶν πατέρων αὐτοῦ ἐν τῷ ἀγρῷ τῷ ἀνὰ μέσον Δωθαΐμ καὶ Βαλαμών. |
Ιουδ. 8,3 |
Οταν, δηλαδή, αυτός ευρίσκετο πλησίον του ανθρώπου που εδενε στον αγρόν τα δεμάτια των στάχυων, ο καυστικός ήλιος προσέβαλε την κεφαλήν του και αυτός έπεσεν εις την κλίνην άρρωστος και απέθανεν εις την πόλιν Βαιτυλούα. Τον έθαψαν δε μαζή με τους πατέρας του στον αγρόν, ο οποίος ευρίσκετο μεταξύ Δωθαίμ και Βαλαμών. |
|
Ιουδ. 8,4 |
καὶ ἦν Ἰουδὶθ ἐν τῷ οἴκῳ αὐτῆς χηρεύουσα ἔτη τρία καὶ μῆνας τέσσαρας. |
Ιουδ. 8,4 |
Η Ιουδίθ από της εποχής εκείνης έμενεν στο σπίτι της χήρα επί τρία έτη και τέσσαρας μήνας. |
|
Ιουδ. 8,5 |
καὶ ἐποίησεν ἑαυτῇ σκηνὴν ἐπὶ τοῦ δώματος τοῦ οἴκου αὐτῆς καὶ ἐπέθηκεν ἐπὶ τὴν ὀσφὺν αὐτῆς σάκκον, καὶ ἦν ἐπ᾿ αὐτῆς τὰ ἱμάτια τῆς χηρεύσεως αὐτῆς. |
Ιουδ. 8,5 |
Αυτή είχε στήσει σκηνήν επάνω στο λιακωτό της κατοικίας της, εζώσθη γύρω από την οσφύν της τον σάκκον και εφορούσε ακόμη τα ενδύματα της χηρείας της. |
|
Ιουδ. 8,6 |
καὶ ἐνήστευε πάσας τὰς ἡμέρας χηρεύσεως αὐτῆς, χωρὶς προσαββάτων καὶ σαββάτων καὶ προνουμηνιῶν καὶ νουμηνιῶν καὶ ἑορτῶν καὶ χαρμοσυνῶν οἴκου Ἰσραήλ. |
Ιουδ. 8,6 |
Αυτή ενήστευεν όλας τας ημέρας της χηρείας της, πλην της παραμονής του Σαββάτου και του Σαββάτου, της παραμονής των νουμηνιών και των νουμηνιών και ακόμη πλην των άλλων εορτών και των χαρμοσύνων τελετών του Ισραηλιτικού λαού. |
|
Ιουδ. 8,7 |
καὶ ἦν καλὴ τῷ εἴδει καὶ ὡραία τῇ ὄψει σφόδρα· καὶ ὑπελίπετο αὐτῇ Μανασσῆς, ὁ ἀνὴρ αὐτῆς, χρυσίον καὶ ἀργύριον καὶ παῖδας καὶ παιδίσκας καὶ κτήνη καὶ ἀγρούς, καὶ ἔμενεν ἐπ᾿ αὐτῶν. |
Ιουδ. 8,7 |
Αυτή η ωραία και πολύ ελκυστική εις την εμφάνισίν της. Ο σύζυγός της, ο Μανασσής, είχεν αφήσει εις αυτήν χρυσίον και αργύριον, δούλους και δούλας και κτήνη και αγρούς, επί των οποίων αυτή ήτο κυρία. |
|
Ιουδ. 8,8 |
καὶ οὐκ ἦν ὃς ἐπήνεγκεν αὐτῇ ῥῆμα πονηρόν, ὅτι ἐφοβεῖτο τὸν Θεὸν σφόδρα |
Ιουδ. 8,8 |
Κανείς δε δεν ευρέθη να διατυπώση επιλήψιμόν τινα λόγον εναντίον της, διότι αυτή εφοβείτο πάρα πολύ τον Θεόν. |
|
Ιουδ. 8,9 |
καὶ ἤκουσε τὰ ῥήματα τοῦ λαοῦ τὰ πονηρὰ ἐπὶ τὸν ἄρχοντα, ὅτι ὠλιγοψύχησαν ἐπὶ τῇ σπάνει τῶν ὑδάτων, καὶ ἤκουσε πάντας τοὺς λόγους Ἰουδίθ, οὓς ἐλάλησε πρὸς αὐτοὺς Ὀζίας, ὡς ὤμοσεν αὐτοῖς παραδώσειν τὴν πόλιν μετὰ ἡμέρας πέντε τοῖς Ἀσσυρίοις. |
Ιουδ. 8,9 |
Αυτή, λοιπόν, επληροφορήθη τα λόγια, τα οποία επάνω εις την δυσφορίαν του ο λαός είπε προς τον άρχοντα της πόλεως, διότι αυτός ο λαός είχεν ολιγοψυχήσει από την έλλειψιν του νερού. Επληροφορήθη ακόμη όλους τους λόγους, τους οποίους είπε προς τον λαόν ο Οζίας, ο οποίος και ωρκίσθη προς αυτόν, ότι έντος πέντε ημερών θα παραδώση την πόλιν στους Ασσυρίους. |
|
Ιουδ. 8,10 |
καὶ ἀποστείλασα τὴν ἅβραν αὐτῆς τὴν ἐφεστῶσαν πᾶσι τοῖς ὑπάρχουσιν αὐτῆς ἐκάλεσεν Ὀζίαν καὶ Χαβρὶν καὶ Χαρμὶν τοὺς πρεσβυτέρους τῆς πόλεως αὐτῆς, |
Ιουδ. 8,10 |
Εστειλε την υπηρέτριάν της, αυτήν που είχεν διορίσει ως προϊσταμένην εις όλα τα υπάρχοντά της, και εκάλεσε τον Οζίαν, τον Χαβρίν και Χαρμίν τους πρεσβυτέρους της πόλεως. |
|
Ιουδ. 8,11 |
καὶ ἦλθον πρὸς αὐτήν, καὶ εἶπε πρὸς αὐτούς· ἀκούσατε δή μου, ἄρχοντες τῶν κατοικούντων ἐν Βαιτυλούᾳ, ὅτι οὐκ εὐθὺς ὁ λόγος ὑμῶν, ὃν ἐλαλήσατε ἐναντίον τοῦ λαοῦ ἐν τῇ ἡμέρᾳ ταύτῃ καὶ ἐστήσατε τὸν ὅρκον, ὃν ἐλαλήσατε ἀνὰ μέσον τοῦ Θεοῦ καὶ ὑμῶν καὶ εἴπατε ἐκδώσειν τὴν πόλιν τοῖς ἐχθροῖς ἡμῶν, ἐὰν μὴ ἐν αὐταῖς ἐπιστρέψῃ ὁ Κύριος βοηθῆσαι ἡμῖν. |
Ιουδ. 8,11 |
Εκείνοι δε ήλθον προς αυτήν, η οποία και τους είπε· “ακούσατε με λοιπόν, άρχοντες των πολιτών της Βαιτυλούα. Δεν είναι ορθός ο λόγος σας, τον οποίον είπατε ενώπιον του λαού κατά την ημέραν αυτήν και ανελάβατε την υποχρέωσιν με όρκον, τον οποίον είπατε μεταξύ του Θεού και υμών, να παραδώσετε δηλαδή την πόλιν στους εχθρούς μας, εάν κατά τας πέντε αυτάς ημέρας δεν επιστρέψη ο Κυριος να μας βοηθήση. |
|
Ιουδ. 8,12 |
καὶ νῦν τίνες ἐστὲ ὑμεῖς, οἳ ἐπειράσατε τὸν Θεὸν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ σήμερον καὶ ἵστατε ὑπὲρ τοῦ Θεοῦ ἐν μέσῳ υἱῶν ἀνθρώπων; |
Ιουδ. 8,12 |
Αλλά ποίοι είσθε σεις, οι οποίοι πειράζετε τον Θεόν κατά την σημερινήν ημέραν, και ενώ είσθε άνθρωποι μεταξύ των άλλων ανθρώπων, ίστασθε υπεράνω από τον Θεόν; |
|
Ιουδ. 8,13 |
καὶ νῦν Κύριον παντοκράτορα ἐξετάζετε καὶ οὐθὲν ἐπιγνώσεσθε ἕως τοῦ αἰῶνος, |
Ιουδ. 8,13 |
Θέτετε υπό εξέτασιν και ανάκρισιν Κυριον τον Παντοκράτορα, ενώ δεν γνωρίζετε καμμίαν από τας αιωνίους αυτού βουλάς. |
|
Ιουδ. 8,14 |
ὅτι βάθος καρδίας ἀνθρώπου οὐχ εὑρήσετε καὶ λόγους τῆς διανοίας αὐτοῦ οὐ διαλήψεσθε· καὶ πῶς τὸν Θεόν, ὃς ἐποίησε τὰ πάντα ταῦτα, ἐρευνήσετε καὶ τὸν νοῦν αὐτοῦ ἐπιγνώσεσθε καὶ τὸν λογισμὸν αὐτοῦ κατανοήσετε; μηδαμῶς, ἀδελφοί, μὴ παροργίζετε Κύριον τὸν Θεὸν ἡμῶν· |
Ιουδ. 8,14 |
Εφ' όσον ούτε ενός ανθρώπου το βάθος της καρδίας του και τας σκέψεις και τους λύγους της διανοίας του δεν ημπορείτε να εξιχνιάσετε και κατανοήσετε, πως θέλετε τον Θεόν, ο οποίος εδημιούργησεν όλα αυτά, να τον εξετάσετε και να μάθετε τα νοήματά του και τας αποφάσστου; Μη διαπράττετε κάτι τέτοιο, αδελφοί, μη παροργίζετε Κυριον τον Θεόν μας με την συμπεριφοράν σας αυτήν. |
|
Ιουδ. 8,15 |
ὅτι ἐὰν μὴ βούληται ἐν ταῖς πέντε ἡμέραις βοηθῆσαι ἡμῖν, αὐτὸς ἔχει τὴν ἐξουσίαν ἐν αἷς θέλει σκεπάσαι ἡμέραις ἢ καὶ ὀλοθρεῦσαι ἡμᾶς πρὸ προσώπου τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,15 |
Διότι, εάν ο Κυριος δεν θέλη εντός πέντε ημερών να μας βοηθήση, αυτός έχει την δύναμιν και την εξουσίαν εις οιασδήποτε άλλας ημέρας να μας περιφρουρήση από τους εχθρούς η και να μας εξολοθρεύση ενώπιον των εχθρών μας. |
|
Ιουδ. 8,16 |
ὑμεῖς δὲ μὴ ἐνεχυράζετε τὰς βουλὰς Κυρίου τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ὅτι οὐχ ὡς ἄνθρωπος ὁ Θεὸς ἀπειληθῆναι, οὐδὲ ὡς υἱὸς ἀνθρώπου διαιτηθῆναι. |
Ιουδ. 8,16 |
Σεις δε μη εκβιάζετε και μη θέτετε, τρόπον τινά, ενέχυρον τας βουλάς του Κυρίου του Θεού μας, διότι ο Θεός δεν είναι ωσάν κανένας άνθρωπος να εκβιασθή με απειλάς, ούτε και δέχεται διαιτητήν εις τας σκέψεις και αποφάσστου, όπως οι άνθρωποι. |
|
Ιουδ. 8,17 |
διόπερ ἀναμένοντες τὴν παρ᾿ αὐτοῦ σωτηρίαν ἐπικαλεσώμεθα αὐτὸν εἰς βοήθειαν ἡμῶν, καὶ εἰσακούσεται τῆς φωνῆς ἡμῶν, ἐὰν ᾖ αὐτῷ ἀρεστόν. |
Ιουδ. 8,17 |
Δια τούτο ας περιμένωμεν από αυτόν την σωτηρίαν, ας τον παρακαλέσωμεν να μας βοηθήση και αυτός θα ακούση την προσευχήν μας, εάν βέβαια, του είναι αυτή αρεστή. |
|
Ιουδ. 8,18 |
ὅτι οὐκ ἀνέστη ἐν ταῖς γενεαῖς ἡμῶν οὐδέ ἐστιν ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ σήμερον οὔτε φυλὴ οὔτε πατριὰ οὔτε δῆμος οὔτε πόλις ἐξ ἡμῶν, οἳ προσκυνοῦσι θεοῖς χειροποιήτοις, καθάπερ ἐγένετο ἐν ταῖς πρότερον ἡμέραις· |
Ιουδ. 8,18 |
Πιστεύομεν ότι θα δεχθή την προσευχήν μας, διότι σήμερον δεν υπάρχει κανείς από την γενεάν μας ούτε καμμία φυλή μεταξύ μας η πατριαρχικός οίκος, η οικογένεια, ούτε καμμία πόλις από ημάς, που να προσκυνούν χειροποίητα αγάλματα, όπως εγίνετο προηγουμένως στους πατέρας μας. |
|
Ιουδ. 8,19 |
ὧν χάριν ἐδόθησαν εἰς ῥομφαίαν καὶ εἰς διαρπαγὴν οἱ πατέρες ἡμῶν καὶ ἔπεσον πτῶμα μέγα ἐνώπιον τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,19 |
Ας μη λησμονούμεν δε ότι ένεκα των παραβάσεων εκείνων, οι πατέρες μας παρεδόθησαν εις θάνατον, άλλοι μεν δια ρομφαίας και άλλοι εις λεηλασίαν. Ετσι δε η συντριβή και η πτώσις των υπήρξε μεγάλη ενώπιον των εχθρών μας. |
|
Ιουδ. 8,20 |
ἡμεῖς δὲ ἕτερον θεὸν οὐκ ἐπέγνωμεν πλὴν αὐτοῦ· ὅθεν ἐλπίζομεν ὅτι οὐχ ὑπερόψεται ἡμᾶς, οὐδ᾿ ἀπὸ τοῦ γένους ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,20 |
Ημείς όμως δεν εγνωρίσαμεν και δεν προσεκυνήσαμεν άλλον Θεόν πλην αυτού μόνου του αληθινού. Δια τούτο και ελπίζομεν, ότι δεν θα μας παράβλεψη, ούτε και κανένα από το γένος μας. |
|
Ιουδ. 8,21 |
ὅτι ἐν τῷ ληφθῆναι ἡμᾶς οὕτως καθήσεται πᾶσα ἡ Ἰουδαία, καὶ προνομευθήσεται τὰ ἅγια ἡμῶν, καὶ ζητήσει τὴν βεβήλωσιν αὐτῶν ἐκ τοῦ αἵματος ἡμῶν |
Ιουδ. 8,21 |
Εάν όμως εξ αιτίας της δειλίας μας οι εχθροί μας υποτάξουν, τότε εύκολα θα καταληφθή όλη η Ιουδαία· ο ιερός ναός μας και τα άγια θα λεηλατηθούν και ο Κυριος θα ζητήση από ημάς λόγον δια την βεβήλωσιν αυτήν των ιερών του. |
|
Ιουδ. 8,22 |
καὶ τὸν φόνον τῶν ἀδελφῶν ἡμῶν καὶ τὴν αἰχμαλωσίαν τῆς γῆς καὶ τὴν ἐρήμωσιν τῆς κληρονομίας ἡμῶν ἐπιστρέψει εἰς κεφαλὴν ἡμῶν ἐν τοῖς ἔθνεσιν, οὗ ἐὰν δουλεύσωμεν ἐκεῖ, καὶ ἐσόμεθα εἰς πρόσκομμα καὶ εἰς ὄνειδος ἐναντίον τῶν κτωμένων ἡμᾶς. |
Ιουδ. 8,22 |
Θα επιρρίψη δε επάνω εις τα κεφάλια μας την αμέλειαν αυτήν και θα μας τιμωρήση ο Κυριος, εάν εξ αιτίας της απιστίας μας παραδώσωμεν την πόλιν και γίνωμεν αίτιοι να φονευθούν οι αδελφοί μας, να καταληφθή η χώρα μας και να ερημωθή η κληρονομία μας. Μεταξύ δε των εθνών, εις τα οποία θα παραδοθώμεν εκεί ως δούλοι, θα είμεθα ασθενείς και περίγελως ενώπιον των κατακτητών μας. |
|
Ιουδ. 8,23 |
ὅτι οὐ κατευθυνθήσεται ἡ δουλεία ἡμῶν εἰς χάριν, ἀλλ᾿ εἰς ἀτιμίαν θήσει αὐτὴν Κύριος ὁ Θεὸς ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,23 |
Αυτή δε η δουλεία ποτέ δεν θα έχη καλήν έκβασιν, ούτε και θα εύρη χάριν, αλλά θα θέση αυτήν ο Κυριος εις εξευτελισμόν και εξουθένωσίν μας. |
|
Ιουδ. 8,24 |
καὶ νῦν, ἀδελφοί, ἐπιδειξώμεθα τοῖς ἀδελφοῖς ἡμῶν, ὅτι ἐξ ἡμῶν κρέμαται ἡ ψυχὴ αὐτῶν, καὶ τὰ ἅγια καὶ ὁ οἶκος καὶ τὸ θυσιαστήριον ἐπιστήρικται ἐφ᾿ ἡμῖν. |
Ιουδ. 8,24 |
Και τώρα, αδελφοί, ας δείξωμεν εις τους αδελφούς μας ότι από ημάς εξαρτάται η ζωη των και ότι ο ναός και το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων έχουν στηριχθή εις ημάς. |
|
Ιουδ. 8,25 |
παρὰ ταῦτα πάντα εὐχαριστήσωμεν Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν, ὃς πειράζει ἡμᾶς καθὰ καὶ τοὺς πατέρας ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,25 |
Παρ' όλα τα σκληρά και κρίσιμα αυτά γεγονότα ας ευχαριστήσωμεν Κυριον τον Θεόν μας, διότι μας δοκιμάζει, όπως εδοκίμασε και τους πατέρας μας. |
|
Ιουδ. 8,26 |
μνήσθητε ὅσα ἐποίησε μετὰ Ἁβραὰμ καὶ ὅσα ἐπείρασε τὸν Ἰσαὰκ καὶ ὅσα ἐγένετο τῷ Ἰακὼβ ἐν Μεσοποταμίᾳ τῆς Συρίας ποιμαίνοντι τὰ πρόβατα Λάβαν τοῦ ἀδελφοῦ τῆς μητρὸς αὐτοῦ. |
Ιουδ. 8,26 |
Ενθυμηθήτε τας δοκιμασίας, με τας οποίας ανέδειξε τον Αβραάμ και όλα εκείνα με τα οποία επείρασε και εδοκίμασε τον Ισαάκ. Ακόμη δε και όσους πειρασμούς εδέχθη ο Ιακώβ εις την Μεσοποταμίαν της Συρίας όταν εποίμαινε τα πρόβατα του Λαβαν, του αδελφού της μητρός του. |
|
Ιουδ. 8,27 |
ὅτι οὐ καθὼς ἐκείνους ἐπύρωσεν εἰς ἐτασμὸν τῆς καρδίας αὐτῶν, καὶ ἡμᾶς οὐκ ἐξεδίκησεν, ἀλλ᾿ εἰς νουθέτησιν μαστιγοῖ Κύριος τοὺς ἐγγίζοντας αὐτῷ. |
Ιουδ. 8,27 |
Οπως εκείνων ως δια πυρός εδοκίμασε τας καρδίας των, έτσι και ημάς δεν μας ετιμώρησε αλλά μας επαιδαγώγησε. Διότι ο Κυριος μαστιγώνει αυτούς, που τον πλησιάζουν με πίστιν, όχι προς τιμωρίαν αλλά εις νουθέτησιν”. |
|
Ιουδ. 8,28 |
καὶ εἶπε πρὸς αὐτὴν Ὀζίας· πάντα, ὅσα εἶπας, ἀγαθῇ καρδίᾳ ἐλάλησας, καὶ οὐκ ἔστιν ὃς ἀντιστήσεται τοῖς λόγοις σου· |
Ιουδ. 8,28 |
Ο Οζίας απήντησε προς αυτήν· “όλα όσα είπες είναι λόγια μιας αγαθής καρδίας, και κανείς δεν ημπορεί να φέρη αντίρρησιν στους λόγους σου. |
|
Ιουδ. 8,29 |
ὅτι οὐκ ἐν τῇ σήμερον ἡ σοφία σου πρόδηλός ἐστιν, ἀλλὰ ἀπ᾿ ἀρχῆς ἡμερῶν σου ἔγνω πᾶς ὁ λαὸς τὴν σύνεσίν σου, καθότι ἀγαθόν ἐστι τὸ πλάσμα τῆς καρδίας σου. |
Ιουδ. 8,29 |
Αλλωστε η σύνεσίς σου δεν είναι μόνον σήμερον γνωστή· αλλά από την αρχήν της ζωής σου όλος ο λαός γνωρίζει την σύνεσίν σου και ότι αι σκέψεις της διανοίας σου είναι πάντοτε αγαθαί. |
|
Ιουδ. 8,30 |
ἀλλ᾿ ὁ λαὸς ἐδίψησε σφόδρα καὶ ἠνάγκασαν ποιῆσαι ἡμᾶς καθὰ ἐλαλήσαμεν αὐτοῖς καὶ ἐπαγαγεῖν ὅρκον ἐφ᾿ ἡμᾶς, ὃν οὐ παραβησόμεθα. |
Ιουδ. 8,30 |
Ο λαός όμως υπέφερε πολύ από την δίψαν και μας ηνάγκασαν να ομιλήσωμεν προς αυτούς τα λόγια εκείνα και να αναλάβωμεν ένορκον υποχρέωσιν, την οποίαν δεν ημπορούμεν να παραβώμεν. |
|
Ιουδ. 8,31 |
καὶ νῦν δεήθητι περὶ ἡμῶν, ὅτι γυνὴ εὐσεβὴς εἶ, καὶ ἀποστελεῖ Κύριος τὸν ὑετὸν εἰς πλήρωσιν τῶν λάκκων ἡμῶν, καὶ οὐκ ἐκλείψωμεν ἔτι. |
Ιουδ. 8,31 |
Και τώρα, παρακάλεσε υπέρ ημών τον Θεόν. Επειδή δε συ είσαι ευσεβής γυναίκα, ο Κυριος θα στείλη βροχήν να γεμίσουν αι οεξαμεναί μας από νερό, δια να μη πεθάνωμεν από την δίψαν”. |
|
Ιουδ. 8,32 |
καὶ εἶπε πρὸς αὐτοὺς Ἰουδίθ· ἀκούσατέ μου, καὶ ποιήσω πρᾶγμα, ὃ ἀφίξεται εἰς γενεὰς γενεῶν υἱοῖς τοῦ γένους ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,32 |
Απήντησε προς αυτούς η Ιουδίθ· “ακούσατέ με. Θα κάμω ένα πράγμα, το οποίον θα γίνη και θα μείνη γνωστόν εις όλας τας γενεάς των Ισραηλιτών. |
|
Ιουδ. 8,33 |
ὑμεῖς στήσεσθε ἐπὶ τῆς πύλης τὴν νύκτα ταύτην, καὶ ἐξελεύσομαι ἐγὼ μετὰ τῆς ἅβρας μου, καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις, μεθ᾿ ἃς εἴπατε παραδώσειν τὴν πόλιν τοῖς ἐχθροῖς ἡμῶν, ἐπισκέψεται Κύριος τὸν Ἰσραὴλ ἐν χειρί μου· |
Ιουδ. 8,33 |
Σεις θα σταθήτε εις την θύραν της πόλεως κατά την νύκτα αυτήν και εγώ μαζή με την θεραπαινίδα μου θα εξέλθω. Κατά τας πέντε δε αυτάς ημέρας, μετά τας οποίας είπατε ότι θα παραδώσετε την πόλιν στους εχθρούς μας, ο Κυριος θα επισκεφθή και θα ελευθερώση τον ισραηλιτικόν λαόν με το ιδικόν μου χέρι. |
|
Ιουδ. 8,34 |
ὑμεῖς δὲ οὐκ ἐξερευνήσετε τὴν πρᾶξίν μου, οὐ γὰρ ἐρῶ ὑμῖν, ἕως τοῦ τελεσθῆναι ἃ ἐγὼ ποιῶ. |
Ιουδ. 8,34 |
Σεις δε μη θελήσετε να ερευνήσετε την πράξίν μου, διότι δεν θα σας την είπω, μέχρις ότου πραγματοποιηθούν εξ ολοκλήρου εκείνα, τα οποία εγώ κάμνω”. |
|
Ιουδ. 8,35 |
καὶ εἶπεν Ὀζίας καὶ οἱ ἄρχοντες πρὸς αὐτήν· πορεύου εἰς εἰρήνην, καὶ Κύριος ὁ Θεὸς ἔμπροσθέν σου εἰς ἐκδίκησιν τῶν ἐχθρῶν ἡμῶν. |
Ιουδ. 8,35 |
Ο Οζίας και οι άλλοι άρχοντες είπαν προς αυτήν· “πορεύου εις ειρήνην και ο Κυριος ο Θεός ας είναι μαζή σου, δια να τιμωρήση τους εχθρούς μας”. |
|
Ιουδ. 8,36 |
καὶ ἀποστρέψαντες ἐκ τῆς σκηνῆς ἐπορεύθησαν ἐπὶ τὰς διατάξεις αὐτῶν. |
Ιουδ. 8,36 |
Επέστρεψαν δε από την σκηνήν της Ιουδίθ και ήλθον εις τας καθωρισμένας θέσεις των. |
|
Κεφάλαιο 9ο |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου