Σοφ Σολ. 14,1 |
Πλοῦν τις πάλιν στελλόμενος καὶ ἄγρια μέλλων διοδεύειν κύματα, τοῦ φέροντος αὐτὸν πλοίου σαθρότερον ξύλον ἐπιβοᾶται. |
Σοφ Σολ. 14,1 |
Εάν πάλιν κανείς πρόκειται να επιχειρήση θαλασσινόν ταξίδι και μέλλει να διασχίση άγρια κύματα, επικαλείται εις βοήθειάν του ένα ξύλινον είδωλον, ασυγκρίτως αδυνατώτερον από το πλοίον, επί του οποίου αυτός επιβαίνει. |
|
Σοφ Σολ. 14,2 |
ἐκεῖνο μὲν γὰρ ὄρεξις πορισμῶν ἐπενόησε, τεχνῖτις δὲ σοφίᾳ κατεσκεύασεν· |
Σοφ Σολ. 14,2 |
Του μεν πλοίου το σχέδιον και την κατασκευήν ενέπνευσεν η επιθυμία του κέρδους, η δε τεχνίτρα σοφία το κατεσκεύασεν. |
|
Σοφ Σολ. 14,3 |
ἡ δὲ σή, πάτερ, διακυβερνᾷ πρόνοια, ὅτι ἔδωκας καὶ ἐν θαλάσσῃ ὁδὸν καὶ ἐν κύμασι τρίβον ἀσφαλῆ, |
Σοφ Σολ. 14,3 |
Ομως, Πατερ, η ιδική σου πρόνοια κυβερνά και κατευθύνει το πλοίον τούτο, διότι συ είσαι εκείνος, που ήνοιξες λεωφόρους εις την θάλασσαν και ασφαλή δρόμον επάνω εις τα κύματα, |
|
Σοφ Σολ. 14,4 |
δεικνὺς ὅτι δύνασαι ἐκ παντὸς σώζειν, ἵνα κἂν ἄνευ τέχνης τις ἐπιβῇ. |
Σοφ Σολ. 14,4 |
και έτσι δείχνεις ότι συ δύνασαι από κάθε κίνδυνον να σώζης τον άνθρωπον, ώστε αυτός, και αν δεν έχη ναυτικήν πείραν και τέχνην, να ημπορή να επιβιβάζεται στο πλοίον δια το ταξίδι του. |
|
Σοφ Σολ. 14,5 |
θέλεις δὲ μή ἀργὰ εἶναι τὰ τῆς σοφίας σου ἔργα, διὰ τοῦτο καὶ ἐλαχίστῳ ξύλῳ πιστεύουσιν ἄνθρωποι ψυχὰς καὶ διελθόντες κλύδωνα σχεδίᾳ διεσώθησαν. |
Σοφ Σολ. 14,5 |
Δεν θέλεις τα έργα της ιδικής σου σοφίας να είναι άκαρπα και άσκοπα. Δια τούτο και οι άνθρωποι τολμούν, εμπιστευόμενοι την ζωήν των εις ένα μικρότατον ξύλον, να αντικρύζουν με θάρρος και να διασχίζουν την τρικυμίαν, έστω και επί μιας ξυλίνης σχεδίας, και να σώζωνται με αυτήν. |
|
Σοφ Σολ. 14,6 |
καὶ ἀρχῆς γὰρ ἀπολλυμένων ὑπερηφάνων γιγάντων, ἡ ἐλπὶς τοῦ κόσμου ἐπὶ σχεδίας καταφυγοῦσα ἀπέλιπεν αἰῶνι σπέρμα γενέσεως τῇ σῇ κυβερνηθεῖσα χειρί. |
Σοφ Σολ. 14,6 |
Κατά τας αρχάς του κόσμου, όταν δια του κατακλυσμού κατεστρέφοντο οι υπερήφανοι και αμαρτωλοί γίγαντες, ολίγοι άνθρωποι, που ήσαν έλπίς του κόσμου, ο Νωε και οι περί αυτόν, αφού κατέφυγαν εις την ξυλίνην κιβωτόν, η οποία εκυβερνάτο από το ιδικόν σου χέρι, εσώθησαν και αφήκαν στον κόσμον σπέρμα μιας νέας γενεάς. |
|
Σοφ Σολ. 14,7 |
εὐλόγηται γὰρ ξύλον, δι᾿ οὗ γίνεται δικαιοσύνη· |
Σοφ Σολ. 14,7 |
Διότι είναι ευλογημένον το ξύλον, το οποίον χρησιμοποιείται δι' έργον δίκαιον. |
|
Σοφ Σολ. 14,8 |
τὸ χειροποίητον δέ, ἐπικατάρατον αὐτὸν καὶ ὁ ποιήσας αὐτό, ὅτι ὁ μὲν εἰργάζετο, τὸ δὲ φθαρτὸν θεὸς ὠνομάσθη. |
Σοφ Σολ. 14,8 |
Το ξύλινον όμως είδωλον είναι επικατάρατον και αυτό και εκείνος, ο οποίος το κατεσκεύασε. Κατηραμένος ο άνθρωπος, διότι το κατεσκεύασε, κατηραμένον το ξύλινον αυτό είδωλον, διότι, αν και φθαρτόν, ωνομάσθη Θεός! |
|
Σοφ Σολ. 14,9 |
ἐν ἴσῳ γὰρ μισητὰ Θεῷ καὶ ὁ ἀσεβῶν καὶ ἡ ἀσέβεια αὐτοῦ· |
Σοφ Σολ. 14,9 |
Είναι εξ ίσου μισητός στον Θεόν ο ασεβής και τα ασεβή αυτού έργα. |
|
Σοφ Σολ. 14,10 |
καὶ γὰρ τὸ πραχθὲν σὺν τῷ δράσαντι κολασθήσεται. |
Σοφ Σολ. 14,10 |
Δια τούτο ακριβώς και το κατασκευασθέν αμαρτωλόν έργον θα καταδικασθή μαζή με τον δημιουργόν του. |
|
Σοφ Σολ. 14,11 |
διὰ τοῦτο καὶ ἐν εἰδώλοις ἐθνῶν ἐπισκοπὴ ἔσται, ὅτι ἐν κτίσματι Θεοῦ εἰς βδέλυγμα ἐγενήθησαν καὶ εἰς σκάνδαλα ψυχαῖς ἀνθρώπων καὶ εἰς παγίδα ποσὶν ἀφρόνων. |
Σοφ Σολ. 14,11 |
Δια τούτο ο Κυριος θα επισκεφθή, δια να τιμωρήση τα είδωλα των ειδωλολατρικών εθνών, διότι ανάμεσα εις τα δημιουργήματα του Θεού ευρέθησαν και τα βδελυρά αυτά είδωλα, σκάνδαλα δια να πίπτουν ψυχαί ανθρώπων και παγίς απωλείας δια τα πόδια των ασυνέτων. |
|
Σοφ Σολ. 14,12 |
Ἀρχὴ γὰρ πορνείας ἐπίνοια εἰδώλων, εὕρεσις δὲ αὐτῶν φθορὰ ζωῆς. |
Σοφ Σολ. 14,12 |
Διότι αρχή και αιτία της αποστασίας από τον Θεόν και γενικώς της αμαρτωλότητος είναι η επινόησις των ειδώλων. Η εφεύρεσις αυτών είναι καταστροφή της ζωής των ανθρώπων. |
|
Σοφ Σολ. 14,13 |
οὔτε γὰρ ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, οὔτε εἰς τὸν αἰῶνα ἔσται· |
Σοφ Σολ. 14,13 |
Τα είδωλα αυτά και η ειδωλολατρεία γενικώτερον ούτε απ' αρχής υπήρχαν ούτε και στον αιώνα τον άπαντα θα παραμείνουν. |
|
Σοφ Σολ. 14,14 |
κενοδοξίᾳ γὰρ ἀνθρώπων εἰσῆλθεν εἰς κόσμον, καὶ διὰ τοῦτο σύντομον αὐτῶν τέλος ἐπενοήθη. |
Σοφ Σολ. 14,14 |
Λογω του εγωϊσμού και της ματαιοδοξίας των ανθοωπων εισήλθεν η ειδωλολατρεία στον κόσμον και δια τούτο επιφυλάσσεται στους ειδωλολάτρας ένα σύντομον και απότομον τέλος. |
|
Σοφ Σολ. 14,15 |
ἀώρῳ γὰρ πένθει τρυχόμενος πατήρ, τοῦ ταχέως ἀφαιρεθέντος τέκνου εἰκόνα ποιήσας, τὸν τότε νεκρὸν ἄνθρωπον νῦν ὡς Θεὸν ἐτίμησε καὶ παρέδωκε τοῖς ὑποχειρίοις μυστήρια καὶ τελετάς. |
Σοφ Σολ. 14,15 |
Ιδού πως ήρχισεν η ειδωλολατρεία· ένας πατέρας ταλαιπωρούμενος και βασανιζόμενος από τον πρόωρον θάνατον του παιδιού του κατεσκεύασεν εικόνα αυτού του τέκνου του, το οποίον λίαν ενωρίς ανηρπάγη εκ μέσου της οικογενείας του. Τον τότε λοιπόν νεκρόν άνθρωπον τον ετίμησε τώρα ως θεόν, και εθεσμοθέτησε δια τους ανθρώπους, που είχεν υπό την δικαιοδοσίαν του, μυστηριακάς υπέρ εκείνου τελετάς. |
|
Σοφ Σολ. 14,16 |
εἶτα ἐν χρόνῳ κρατυνθὲν τὸ ἀσεβὲς ἔθος ὡς νόμος ἐφυλάχθη, καὶ τυράννων ἐπιταγαῖς ἐθρησκεύετο τὰ γλυπτά, |
Σοφ Σολ. 14,16 |
Κατόπιν δέ, καθώς επερνούσε ο καιρός, ενισχύθη και επεκράτησεν αυτή η άσεβής συνήθεια, ετηρήθη ως νόμος και δια βασιλικών διαταγών ελατρεύθησαν έτσι τα είδωλα. |
|
Σοφ Σολ. 14,17 |
οὓς ἐν ὄψει μὴ δυνάμενοι τιμᾶν ἄνθρωποι διὰ τὸ μακρὰν οἰκεῖν, τὴν πόῤῥωθεν ὄψιν ἀνατυπωσάμενοι, ἐμφανῆ εἰκόνα τοῦ τιμωμένου βασιλέως ἐποίησαν, ἵνα τὸν ἀπόντα ὡς παρόντα κολακεύωσι διὰ τῆς σπουδῆς. |
Σοφ Σολ. 14,17 |
Επειτα οι άνθρωποι θέλουν να τιμήσουν μερικούς προσωπικώς, επειδή όμως εκείνοι κατοικούν μακράν και δεν ημπορούν να τους τιμήσουν, όπως θέλουν, απετύπωσαν την μορφήν των, κατεσκεύασαν φανεράν και θεατήν εις όλους την εικόνα του τιμωμένου βασιλέως και ετσι χάρις στον ζήλον των αυτόν εκολάκευαν τον απόντα με τιμητικήν προσκύνησιν, ως εάν ήτο εκεί παρών. |
|
Σοφ Σολ. 14,18 |
εἰς ἐπίτασιν δὲ θρησκείας καὶ τοὺς ἀγνοοῦντας ἡ τοῦ τεχνίτου προετρέψατο φιλοτιμία· |
Σοφ Σολ. 14,18 |
Εις ενίσχυσιν δε αυτής της ειδωλολατρικής θρησκείας και προς επέκτασίν της στους αγνοούντας συνετέλεσε και η φιλοδοξία του καλλιτέχνου των ειδώλων. |
|
Σοφ Σολ. 14,19 |
ὁ μὲν γὰρ τάχα τῷ κρατοῦντι βουλόμενος ἀρέσαι, ἐξεβιάσατο τῇ τέχνῃ τὴν ὁμοιότητα ἐπὶ τὸ κάλλιον· |
Σοφ Σολ. 14,19 |
Διότι ο μεν καλλιτέχνης, επιθυμών προφανώς να φανή αρεστός στον βασιλέα, διέθεσε και εξεδαπάνησε όλην αυτού την καλλιτεχνικήν δεξιότητα, δια να κάμη το άγαλμα όσον το δυνατόν ωραιότερον. |
|
Σοφ Σολ. 14,20 |
τὸ δὲ πλῆθος ἐφελκόμενον διὰ τὸ εὔχαρι τῆς ἐργασίας, τὸν πρὸ ὀλίγου τιμηθέντα ἄνθρωπον νῦν σέβασμα ἐλογίσαντο. |
Σοφ Σολ. 14,20 |
Ο δε λαός ελκυόμενος από το καλλιτεχνικόν αυτό έργον του τεχνίτου παρασύρεται, ώστε να θεωρήση τώρα ως θεόν αυτόν, που προ ολίγου ετίμα ως άνθρωπον. |
|
Σοφ Σολ. 14,21 |
καὶ τοῦτο ἐγένετο τῷ βίῳ εἰς ἔνεδρον, ὅτι ἢ συμφορᾷ ἢ τυραννίδι δουλεύσαντες ἄνθρωποι τὸ ἀκοινώνητον ὄνομα λίθοις καὶ ξύλοις περιέθεσαν. |
Σοφ Σολ. 14,21 |
Αυτό όμως το άγαλμα εγινε δια την ζωήν των ανθρώπων παγίς και σκάνδαλον. Διότι οι άνθρωποι είτε επειδή περιέπεσαν εις κάποιαν συμφοράν, από την οποίαν δεν έβλεπαν λύτρωσιν, είτε διότι εξηναγκάσθησαν από κάποιον τύραννον, απέδωσαν το ανέκφραστον όνομα του Θεού εις λίθους και εις ξύλα. |
|
Σοφ Σολ. 14,22 |
Εἶτ᾿ οὐκ ἤρκεσε τὸ πλανᾶσθαι περὶ τὴν τοῦ Θεοῦ γνῶσιν, ἀλλὰ καὶ μεγάλῳ ζῶντες ἀγνοίας πολέμῳ τὰ τοσαῦτα κακὰ εἰρήνην προσαγορεύουσιν. |
Σοφ Σολ. 14,22 |
Επειτα, ως εάν δεν ήτο αρκετόν δι' αυτούς να πλανώνται εις την περί του αληθινού Θεού γνώσιν, περιέπεσαν και εις άλλα κακά. Ζώντες εξ αιτίας της αγνοίας των αυτής εις διαρκή πόλεμον με τον εαυτόν των και με τους άλλους, ονομάζουν ειρήνην τας τόσας και τέτοιας συμφοράς των. |
|
Σοφ Σολ. 14,23 |
ἢ γὰρ τεκνοφόνους τελετὰς ἢ κρύφια μυστήρια ἢ ἐμμανεῖς ἐξ ἄλλων θεσμῶν κώμους ἄγοντες, |
Σοφ Σολ. 14,23 |
Αυτοί, εκτρεπόμενοι εις αηδείς τελετάς, θυσίας των τέκνων των η εις κρυφάς μυστηριώδεις λατρείας η εις εξάλλους οργιαστικάς ευωχίας ξένων θεοτήτων, |
|
Σοφ Σολ. 14,24 |
οὔτε βίους οὔτε γάμους καθαροὺς ἔτι φυλάσσουσιν, ἕτερος δ᾿ ἕτερον ἢ λοχῶν ἀναιρεῖ ἢ νοθεύων ὀδυνᾷ. |
Σοφ Σολ. 14,24 |
ούτε ζωήν ούτε γάμους καθαρούς κατορθώνουν να διατηρήσουν, αλλά επιβουλεύεται ο ενας τον άλλον είτε φονεύων αυτόν κρυφίως είτε καταδολιευόμενος τον βυθίζει εις οδύνην. |
|
Σοφ Σολ. 14,25 |
πάντας δ᾿ ἐπιμὶξ ἔχει αἷμα καὶ φόνος, κλοπὴ καὶ δόλος, φθορά, ἀπιστία, ταραχή, ἐπιορκία, θόρυβος ἀγαθῶν, |
Σοφ Σολ. 14,25 |
Παντες δε και πανταχού οι ειδωλολάτραι φύρδην μίγδην είναι ένοχοι δι' αίματα και φόνους, δια κλοπάς και δολιότητας, δια διαφθοράν και δι' ανειλικρίνειαν, δια ταραχήν και επιορκίαν, δια δημιουργίαν ταραχών εις βάρος των δικαίων και φιλησύχων ανθρώπων, |
|
Σοφ Σολ. 14,26 |
χάριτος ἀμνησία, ψυχῶν μιασμός, γενέσεως ἐναλλαγή, γάμων ἀταξία, μοιχεία καὶ ἀσέλγεια. |
Σοφ Σολ. 14,26 |
δια λησμοσύνην ευεργεσιών, δια μιάσματα ψυχικά και σοδομικάς αμαρτίας, αταξίας γάμων, μοιχείας και ασελγείας. |
|
Σοφ Σολ. 14,27 |
ἡ γὰρ τῶν ἀνωνύμων εἰδώλων θρησκεία παντὸς ἀρχὴ κακοῦ καὶ αἰτία καὶ πέρας ἐστίν· |
Σοφ Σολ. 14,27 |
Διότι η θρησκεία των ειδώλων, των οποίων ούτε τα ονόματα δεν πρέπει να αναφέρη κανείς, είναι η πηγή, η αιτία και η ολοκλήρωσις παντός κακού. |
|
Σοφ Σολ. 14,28 |
ἢ γὰρ εὐφραινόμενοι μεμήνασιν ἢ προφητεύουσι ψευδῆ ἢ ζῶσιν ἀδίκως ἢ ἐπιορκοῦσι ταχέως· |
Σοφ Σολ. 14,28 |
Διότι οι ειδωλολάτραι η κατά τα συμπόσιά των περιπίπτουν και καταλήγουν εις μανίαν, η διδάσκουν και προαναγγέλουν ψευδολογίας, η ζουν αδικούντες ο ενας τον άλλον, η καταπατούν αμέσως τους όρκους, που δίδουν. |
|
Σοφ Σολ. 14,29 |
ἀψύχοις γὰρ πεποιθότες εἰδώλοις κακῶς ὀμόσαντες, ἀδικηθῆναι οὐ προσδέχονται. |
Σοφ Σολ. 14,29 |
Ακριβώς διότι πιστεύουν εις τα άψυχα είδωλα δεν φοβούνται, μήπως τιμωρηθούν από αυτά, όταν ορκισθούν ψευδώς. |
|
Σοφ Σολ. 14,30 |
ἀμφότερα δὲ αὐτοὺς μετελεύσεται τὰ δίκαια, ὅτι κακῶς ἐφρόνησαν περὶ Θεοῦ προσχόντες εἰδώλοις καὶ ἀδίκως ὤμοσαν ἐν δόλῳ καταφρονήσαντες ὁσιότητος· |
Σοφ Σολ. 14,30 |
Αλα οπωσδήποτε θα εκσπάση εναντίον των τιμωρία δια τα δύο αυτά κακά. Πρώτον μεν διότι ψευδές φρόνημα περί του Θεού εμόρφωσαν και παρεδέχθησαν, δεύτερον δε διότι ψευδώς ωρκίσθησαν και δια της δολίας αυτής πράξεώς των κατεφρόνησαν την αγιότητα. |
|
Σοφ Σολ. 14,31 |
οὐ γὰρ ἡ τῶν ὀμνυομένων δύναμις, ἀλλ᾿ ἡ τῶν ἁμαρτανόντων δίκη ἐπεξέρχεται ἀεὶ τὴν τῶν ἀδίκων παράβασιν. |
Σοφ Σολ. 14,31 |
Διότι δεν είναι η δύναμις των ειδώλων, επί των οποίων αυτοί ωρκίσθησαν που θα τους τιμωρήση, άλλα η θεία δίκη, η επιφυλασσομένη εναντίον των αμαρτωλών και η οποία πάντοτε επέρχεται εναντίον των ασεβών δια τας παραβάσεις των. |
|
Κεφάλαιο 15ο |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου